Δυσλιπιδαιμία-Διατροφή,Συμπληρώματα και Φάρμακα
Με τον όρο δυσλιπιδαιμία ή υπερλιπιδαιμία ορίζεται η αυξημένη ποσότητα λίπους στο αίμα, συμπεριλαμβανομένου της χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων. Αν και η δυσλιπιδαιμία δεν προκαλεί αυτή καθαυτή συμπτώματα, μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα, όπως στεφανιαία νόσος, αγγειακή εγκεφαλική νόσο και περιφερική αγγειακή νόσο. Αυτές οι καταστάσεις μπορεί να οδηγήσουν σε πόνο στο στήθος (στηθάγχη), έμφραγμα μυοκαρδίου, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και άλλα σύνθετα προβλήματα. Για το λόγο αυτό η θεραπεία της είναι σημαντική.
Παράγοντες κινδύνου για στεφανιαία νόσο
Εκτός από την δυσλιπιδαιμία, άλλοι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου περιλαμβάνουν:
- Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 και 2
- Αρτηριακή υπέρταση
- Χρόνια νεφρική νόσος
- Κάπνισμα
- Οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου σε γονείς ή αδέρφια (εμφάνιση της νόσου σε ηλικίες <55 ετών για άνδρες και <65 ετών για γυναίκες)
- Φύλο (οι άνδρες γενικά έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας νόσου από ότι οι γυναίκες)
- Ηλικία (ο κίνδυνος για καρδιαγγειακά συμβάματα αυξάνεται με την ηλικία)
Είδη λιπιδίων
Με τον όρο λιπίδια εννοούνται η χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια. Υπάρχουν μία σειρά διαφορετικών τύπων λιπιδίων , που ονομάζονται και λιποπρωτεΐνες, οι οποίες μπορούν να υπολογιστούν με εξετάσεις αίματος. Οι κλασικές μετρήσεις περιλαμβάνουν τον υπολογισμό της ολικής χοληστερόλης, της χοληστερόλης χαμηλής πυκνότητας (low-density lipoprotein – LDL) , της χοληστερόλης υψηλής πυκνότητας (high-density-lipoprotein – HDL ) και των τριγλυκεριδίων. Οι λιποπρωτεΐνες πολύ χαμηλής πυκνότητας (very-low-density-lipoproteins – VLDL ) εκτιμώνται ως το 20% της συγκέντρωσης των τριγλυκεριδίων.
Ολική χοληστερόλη: Μία υψηλή τιμή ολικής χοληστερόλης αυξάνει γενικά τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα. Παρόλα αυτά, οι αποφάσεις σε σχέση με την θεραπευτική προσέγγιση της δυσλιπιδαιμίας, συνήθως εξαρτώνται από την τιμή της LDL και της HDL χοληστερόλης.
Οι τιμές ολικής χοληστερόλης κατηγοριοποιούνται ως εξής:
- Κάτω από 200 mg/dl είναι φυσιολογική
- Επίπεδα από 200 ως 239 mg/dl είναι οριακά αυξημένα
- Επίπεδα άνω των 240 mg/dl είναι αυξημένα
Η ολική χοληστερόλη μπορεί να μετρηθεί οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, και δεν χρειάζεται νηστεία 12 ώρες πριν την αιμοληψία.
LDL χοληστερόλη: Πολλές αποφάσεις για την θεραπεία ή μη της δυσλιπιδαιμίας βασίζονται στα επίπεδα της LDL χοληστερόλης (ονομαζόμενη πολλές φορές ως «κακή» χοληστερόλη). Υψηλά επίπεδα LDL χοληστερόλης αυξάνουν τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα. Ο στόχος της LDL χοληστερόλης εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, όπως το ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, και τον κίνδυνο εμφάνισης νόσου στο μέλλον. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος, τόσο πιο χαμηλά πρέπει να είναι και τα επίπεδα της LDL χοληστερόλης. Γενικά η LDL χοληστερόλη υπολογίζεται ως Ολική χοληστερόλη μείον HDL χοληστερόλη μείον VLDL χοληστερόλη (1/5 των τριγλυκεριδίων). Η φόρμουλα αυτή είναι εφαρμόσιμη όταν τα τριγλυκερίδια είναι κάτω από 400 mg/dl. Ο θεράπων ιατρός μπορεί να ζητήσει για την εκτίμησή της νηστεία 9 ωρών ή περισσότερο για την λήψη ενός ακριβούς αποτελέσματος. Παρόλα αυτά, σε πολλές περιπτώσεις , η LDL χοληστερόλη μπορεί να μετρηθεί ακόμα και αν έχει προηγηθεί πρόσφατο γεύμα.
HDL χοληστερόλη: Δεν είναι όλες οι μορφές χοληστερόλης επικίνδυνες. Αυξημένα επίπεδα HDL χοληστερόλης σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Επίπεδα μεγαλύτερα από 60 mg/dl είναι ιδανικά, ενώ επίπεδα κάτω από 40 mg/dl είναι χαμηλά. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει κάποια θεραπεία αύξησης της HDL ως τώρα που να σχετίζεται με μείωση του κινδύνου για καρδιαγγειακά συμβάματα. Όπως και η ολική χοληστερόλη, η HDL μπορεί να μετρηθεί από μία απλή αιμοληψία, χωρίς να είναι απαραίτητη προηγηθείσα νηστεία.
Non–HDL χοληστερόλη: Αυτή υπολογίζεται αφαιρώντας από την ολική χοληστερόλη την HDL. Και επειδή η ολική χοληστερόλη και η HDL χοληστερόλη μπορούν να μετρηθούν ασχέτως των γευμάτων του εξεταζόμενου, μπορεί να μετρηθεί με τον ίδιο τρόπο και η non-HDL χοληστερόλη. Αποτελεί έναν καλό προγνωστικό δείκτη καρδιαγγειακών συμβαμάτων, ενίοτε καλύτερο και από την LDL, ειδικά σε διαβητικούς τύπου 2 και σε γυναίκες. Μία ιδανική τιμή non-HDL μπορεί να υπολογιστεί προσθέτοντας 30 mg/dl στον στόχο της LDL χοληστερόλης.
Τριγλυκερίδια: Τα υψηλά τριγλυκερίδια συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Οι τιμές τους έχουν ως εξής:
- Φυσιολογικά: Κάτω από 150 mg/dl
- Ήπια αυξημένα: 150 με 499 mg/dl
- Μετρίως αυξημένα: 500 με 886 mg/dl
- Πολύ αυξημένα: Πάνω από 886 mg/dl
Τα τριγλυκερίδια θα πρέπει να μετρούνται μετά από νηστεία 12 με 14 ωρών, και σε περίπτωση αυξημένων επιπέδων μπορεί να χρειάζεται κατάλληλη θεραπεία.
Υπολογίζοντας τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά συμβάματα
Υπάρχουν πολλές μηχανές υπολογισμού καρδιαγγειακού κινδύνου. Διαφορετικές μηχανές δίνουν και διαφορετικά σκορ, ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που λαμβάνει υπόψιν κάθε τέτοια υπολογιστική μηχανή. Στην Ευρώπη έχει αναπτυχθεί το SCORE index http://www.heartscore.org/el_GR/access-heartscore ενώ στην Αμερική το Framingham risk score. Ο θεράπων ιατρός μπορεί να βοηθήσει στην χρήση αυτών των υπολογιστικών μηχανών και στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων.
Πότε πρέπει να μετράται η χοληστερόλη;
Έχουν εκδοθεί πολλές οδηγίες για τον έλεγχο της χοληστερόλης στον ευρύ πληθυσμό. Οι οδηγίες μπορεί να διαφοροποιούνται από χώρα σε χώρα, και γενικά αναφέρουν πότε πρέπει να ξεκινάει ο έλεγχος, πόσο συχνά πρέπει να επαναλαμβάνεται και πότε σταματάει.
Γενικά συστήνεται έλεγχος της χοληστερόλης σε ηλικία 30 ετών και άνω σε άτομα χωρίς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, αλλά σε ηλικία 20 ετών ή ίσως και νωρίτερα, σε άτομα με παράγοντες κινδύνου όπως:
- Σακχαρώδης διαβήτης
- Θετικό οικογενειακό ιστορικό, όπως προαναφέρθηκε
- Οικογενειακό ιστορικό αυξημένης χοληστερόλης
- Πολλαπλοί παράγοντες κινδύνου
Ο έλεγχος θα πρέπει να περιλαμβάνει την μέτρηση ολικής χοληστερόλης, HDL και ενίοτε τριγλυκεριδίων.
Πότε χρειάζεται θεραπεία για αυξημένη χοληστερόλη;
Η απόφαση για έναρξη αγωγής για μείωση της χοληστερόλης είναι εξατομικευμένη, ανάλογα με τον ασθενή.
Ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο: Ασθενείς με γνωστή στεφανιαία νόσο ή άλλα καρδιαγγειακά συμβάματα, φαίνεται από μελέτες ότι έχουν μεγαλύτερο όφελος όταν μειώνεται σημαντικά η LDL χοληστερόλη. Για το λόγο αυτό συστήνεται για ασθενείς με γνωστή καρδιαγγειακή νόσο (συμπεριλαμβανομένου εμφράγματος ή εγκεφαλικού) η λήψη υψηλής δόσης στατίνης. Μετά την έναρξη της αγωγής, πρέπει να γίνεται επανεκτίμηση της χοληστερόλης , και εφόσον είναι >70 mg/dl, συστήνεται η προσθήκη επιπλέον φαρμάκου. Βασικό στοιχείο αποτελεί και η αλλαγή του τρόπου ζωής, και η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών.
Ασθενείς χωρίς καρδιαγγειακή νόσο: Ασθενείς χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο, με αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης, επίσης μπορεί να ωφεληθούν με την μείωσή της, αλλά οι στόχοι εδώ δεν είναι τόσο επιθετικοί όπως στην προηγούμενη ομάδα ασθενών με γνωστή καρδιαγγειακή νόσο. Ορισμένοι προτείνουν τον υπολογισμό του δεκαετούς καρδιαγγειακού κινδύνου, με έναρξη αγωγής αν ο κίνδυνος είναι 7,5% , ενώ άλλοι προτείνουν πιο εξατομικευμένη θεραπεία, με βάση και τις προτιμήσεις του ασθενούς. Και εδώ, εφόσον αποφασιστεί έναρξη φαρμακευτικής αγωγής, το φάρμακο εκλογής είναι η στατίνη.
Ασθενείς με υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων: Η υπερτριγλυκεριδαιμία επίσης συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Οι περισσότεροι ασθενείς δεν λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή ειδικά για την μείωση των τριγλυκεριδίων με στόχο την ελάττωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Παρόλα αυτά, πολλοί ασθενείς με υπερτριγλυκεριδαιμία ωφελούνται από την λήψη στατίνης, καθώς εκτός από μείωση της LDL χοληστερόλης, βοηθούν και στην μείωση των τριγλυκεριδίων. Επιπλέον , μπορεί να χορηγηθούν ωμέγα-3 λιπαρά ως επιπλέον βοήθημα. Ασθενείς με πολύ υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, πάνω από 886 mg/dl, έχουν επιπλέον υψηλό κίνδυνο εμφάνισης παγκρεατίτιδας, και συστήνεται αγωγή με μία άλλη κατηγορία φαρμάκων, τις φιμπράτες.
Ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη: Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και 2, έχουν υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Στην πλειοψηφία τους συστήνεται μίας μέτριας ως υψηλής δράσης στατίνη.
Ασθενείς ηλικιωμένοι: Η απόφαση για έναρξη φαρμακευτικής αγωγής σε έναν ασθενή άνω των 75 ετών, πρέπει να εξατομικεύεται βάσει όχι μόνο της χρονολογικής του ηλικίας αλλά και της «φυσιολογικής» του ηλικίας, ανάλογα δηλαδή με το επίπεδο δραστηριότητάς του και την γενικότερη φυσική κατάσταση. Ένα άτομο με μειωμένο προσδόκιμο ζωής, με πολλαπλά προβλήματα υγείας, μπορεί να επιβαρυνθεί με την χορήγηση στατίνης. Γενικά όμως, οι θεραπευτικοί στόχοι είναι ίδιοι σε όλες τις ηλικίες.
Θεραπευτικές προσεγγίσεις της δυσλιπιδαιμίας
Τα επίπεδα χοληστερόλης μπορεί να μειωθούν με αλλαγές στον τρόπο ζωής, με φάρμακα ή με συνδυασμό τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να συσταθεί αρχικά αλλαγή του τρόπου ζωής, και αν με αυτόν τον τρόπο δεν επιτευχθεί ο στόχος, να ακολουθήσει και έναρξη φαρμακευτικής αγωγής. Παράγοντες όπως ο ήδη υπάρχων τρόπος ζωής, τα επίπεδα χοληστερόλης, παράγοντες κινδύνου και λαμβανόμενα φάρμακα, θα καθορίσουν και την αντίστοιχη θεραπευτική προσέγγιση του εκάστοτε ασθενούς.
Αλλαγή τρόπου ζωής: Σε περίπτωση αυξημένης LDL χοληστερόλης, αλλαγές όπως μείωση της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών, κατανάλωση περισσότερων φρούτων και λαχανικών, μείωση του σωματικού βάρους εφόσον είναι υπέρβαρος/η, και η καθημερινή άσκηση, μπορεί να βοηθήσουν στην μείωση της χοληστερόλης σε βάθος μηνών.
Φάρμακα: Υπάρχουν πολλά φάρμακα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην μείωση της LDL χοληστερόλης. Κάθε κατηγορία φαρμάκου διαφοροποιείται στον τρόπο δράσης, στην αποτελεσματικότητα και στο κόστος.
- Στατίνες: Οι στατίνες είναι από τα πιο συνήθη φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την μείωση της LDL χοληστερόλης, και είναι τα πιο αποτελεσματικά φάρμακα για την μείωση του κινδύνου από καρδιαγγειακά συμβάματα, έμφραγμα, εγκεφαλικό ή θάνατο. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται η ατορβαστατίνη, η ροσουβαστατίνη αλλά και άλλες ουσίες. Οι στατίνες μειώνουν την σύνθεση χοληστερόλης στο σώμα και αυξάνουν την απομάκρυνση χοληστερόλης από το συκώτι, με αποτέλεσμα να μειώνουν την LDL χοληστερόλη κατά 25-50%. Επιπλέον μειώνουν και τα τριγλυκερίδια. Παρενέργειες που μπορεί να παρουσιαστούν είναι οι μυαλγίες, πόνοι ή αδυναμία. Έχει σημασία να παρακολουθείται η χορήγησή τους και να αποφεύγεται η κατανάλωση ορισμένων τροφών, όπως γκρέιπ φρουτ, που μπορεί να επιτείνουν τις παρενέργειές τους.
- Εζετιμίμπη: Αυτή η ουσία μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να απορροφά χοληστερόλη από το φαγητό καθώς και χοληστερόλη που συντίθεται από τον ίδιο τον οργανισμό. Μειώνει τα επίπεδα LDL χοληστερόλης κατά 20 με 25 % και έχει λίγες παρενέργειες. Συνήθως συγχορηγείται με στατίνη, ενώ κάποιες φορές χορηγείται μόνη της, όταν υπάρχει αντένδειξη για λήψη στατινης.
- Αναστολείς PCSK9: Αποτελούν μία σύγχρονη κατηγορία φαρμάκων που μειώνουν την LDL χοληστερόλη. Είναι ενέσιμες ουσίες, συνήθως κάθε 15 ή 30 μέρες, μειώνουν την LDL χοληστερόλη κατά 60-70% , με λίγες ως φαίνεται παρενέργειες αλλά υψηλό κόστος. Έχουν δοκιμαστεί σε ασθενείς με γνωστό καρδιαγγειακό σύμβαμα ή οικογενή υπερχοληστερολαιμία, και όχι στα πλαίσια πρωτογενούς πρόληψης.
- Άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα περιλαμβάνουν χολικά άλατα και νικοτινικό οξύ (νιασίνη).
Διατροφή και συμπληρώματα διατροφής:
- Ιχθυέλαια: Λιπαρά ψάρια, όπως ο σολομός και οι σαρδέλα περιέχουν δύο σημαντικά λιπαρά οξέα, που μπορούν να μειώσουν τα τριγλυκερίδια σημαντικά αλλά και τα καρδιαγγειακά συμβάματα. Κατά πόσο όμως τα συμπληρώματα ιχθυελαίων μπορεί να προσφέρουν το ίδιο όφελος, δεν είναι ξεκάθαρο. Συμπληρώματα με μικρής περιεκτικότητας ιχθυέλαια δεν έχουν δείξει ότι μειώνουν τα καρδιαγγειακά συμβάματα. Σε υψηλές δόσεις σε συνδυασμό με στατίνη σε άτομα υψηλού κινδύνου, ίσως να προσφέρουν μεγαλύτερο όφελος.
- Σόγια: Η σόγια περιέχει ουσίες που μιμούνται την δράση των οιστρογόνων, μειώνοντας ελαφρώς την ολική χοληστερόλη, την LDL χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια και αυξάνοντας ελαφρώς την HDL χοληστερόλη. Παρόλα αυτά, δεν θα πρέπει να αντικαθίσταται από την κανονική πρωτεΐνη σε μία προσπάθεια μείωσης της χοληστερόλης.
- Σκόρδο: Δεν έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την χοληστερόλη
- Φυτικές στανόλες και στερόλες: Αυτές οι ουσίες δρουν με το να εμποδίζουν την απορρόφηση της χοληστερόλης στο έντερο. Βρίσκονται φυσικά σε ορισμένα φρούτα, λαχανικά και ξηρούς καρπούς. Υπάρχουν και συμπληρώματα φυτικών στανολών και στερολών, τα οποία όμως δεν έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αντιθέτως, φαίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις ότι μπορεί μακροχρόνια να τον αυξάνουν. Για το λόγο αυτό πρέπει να γίνουν περαιτέρω μελέτες.
Γενικά, ορισμένα από τα συμπληρώματα διατροφής που αναφέρουν ότι μειώνουν την χοληστερόλη, μπορεί όντως να την μειώνουν, αλλά δεν υπάρχει καμία μελέτη που να αναδεικνύει ότι τα συμπληρώματα αυτά μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο (δηλαδή τον κίνδυνο εμφάνισης εμφράγματος, εγκεφαλικού) ή όποια άλλα προβλήματα προέρχονται από την αυξημένη χοληστερόλη.
Τι ισχύει με τα αυγά;
Αυγά μπορεί να καταναλωθούν, αλλά με μέτρο. Στην πραγματικότητα τα αυγά είναι μία καλή πηγή πρωτεϊνών που δεν ανεβάζει σημαντικά την χοληστερόλη. Τα κορεσμένα λιπαρά όπως το κόκκινο κρέας, το βούτυρο και τα τηγανιτά φαγητά αυξάνουν πολύ περισσότερο την χοληστερόλη.
Μετάφραση-Επιμέλεια
Μάριος Δ. Κολιός
Ειδικός Καρδιολόγος-Στρατιωτικός Ιατρός
Επιστημονικός Συνεργάτης Α΄Καρδιολογικής Κλινικής ΠΓΝ Ιωαννίνων
Βιβλιογραφία
National Cholesterol Education Program (NCEP) Expert Panel on Detection, Evaluation, and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults (Adult Treatment Panel III). Third Report of the National Cholesterol Education Program (NCEP) Expert Panel on Detection, Evaluation, and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults (Adult Treatment Panel III) final report. Circulation 2002; 106:3143.
Grundy SM, Cleeman JI, Merz CN, et al. Implications of recent clinical trials for the National Cholesterol Education Program Adult Treatment Panel III guidelines. Circulation 2004; 110:227.
Gardner CD, Lawson LD, Block E, et al. Effect of raw garlic vs commercial garlic supplements on plasma lipid concentrations in adults with moderate hypercholesterolemia: a randomized clinical trial. Arch Intern Med 2007; 167:346.
Fedder DO, Koro CE, L’Italien GJ. New National Cholesterol Education Program III guidelines for primary prevention lipid-lowering drug therapy: projected impact on the size, sex, and age distribution of the treatment-eligible population. Circulation 2002; 105:152.
Grundy SM, Cleeman JI, Merz CN, et al. Implications of recent clinical trials for the National Cholesterol Education Program Adult Treatment Panel III guidelines. Circulation 2004; 110:227.